σφόνδυλος

σφόνδυλος
Όργανο περιστρεφόμενο, που διαθέτει μεγάλη ροπή αδρανείας ως προς τον άξονα περιστροφής. Για να επιτευχθεί η μέγιστη τιμή της ροπής αδρανείας με ίση μάζα, ο σ. κατασκευάζεται γενικά σε σχήμα τροχού με πολύ βαριά την εξωτερική στεφάνη. Η ειδική λειτουργία του σ. είναι να αποθηκεύει κινητική ενέργεια, όταν η ταχύτητα περιστροφής του κινητήρα με τον οποίο συνδέεται τείνει v’ αυξηθεί. Όταν η ταχύτητα αυτή τείνει να μειωθεί, ο σ. αποδίνει την αποθηκευμένη ενέργεια. Χρησιμοποιείται, δηλαδή, ως ρυθμιστής της ταχύτητας περιστροφής και ιδιαίτερα στους παλινδρομικούς κινητήρες (κινητήρες εσωτερικής καύσης, Ντήζελ κλπ.) με σκοπό να μειώσει την κυκλική ανωμαλία που χαρακτηρίζει τους κινητήρες αυτών των τύπων. Ο σ. χρησιμοποιείται επίσης και στις μηχανές που λειτουργούν με διακοπές (έλαστρα, εκτυπωτικές, πρέσες δια διωστήρος κλπ.)· στις περιπτώσεις αυτές αποθηκεύει, σε μικρό σχετικά χρόνο, σημαντική ποσότητα ενέργειας, την οποία αποδίδει τη στιγμή που η μηχανή εκτελεί την κατεργασία· έτσι οι μηχανές αυτές, ενώ απαιτούν ψηλή στιγμιαία ισχύ, μπορούν να λειτουργούν με κινητήρες μικρής ισχύος.
* * *
ο, ΝΜΑ
βλ. σπόνδυλος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σφόνδυλος — vertebra masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφονδύλοις — σφόνδυλος vertebra masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφονδύλοισιν — σφόνδυλος vertebra masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφονδύλου — σφόνδυλος vertebra masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφονδύλους — σφόνδυλος vertebra masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφονδύλων — σφόνδυλος vertebra masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφονδύλῳ — σφόνδυλος vertebra masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφόνδυλοι — σφόνδυλος vertebra masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σφόνδυλον — σφόνδυλος vertebra masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κινητήρας — Μηχανή η οποία παράγει μηχανική ενέργεια απορροφώντας ενέργεια άλλης μορφής, συνηθέστερα θερμική, ηλεκτρική ή υδραυλική. Η ποσότητα της απορροφώμενης ενέργειας είναι πάντοτε μεγαλύτερη από την ποσότητα της παραγόμενης, εξαιτίας των απωλειών που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”